Ὄττω τις ἔραται → Whatever one loves best | Whom you desire most
ου (τό) :t. de méd. pessaire, suppositoire.Étymologie: πρόσθετος.
πρόσθετον: τό мед. пессарий (τοῖς προσθέτοις βασανίζειν τὰς γυναῖκας Arst.).