Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

γρομφάς

From LSJ
Revision as of 07:02, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (8)

Πολλοὶ μὲν εὐτυχοῦσιν, οὐ φρονοῦσι δέ → Multis adest fortuna, non prudentia → Viele sind im Glück und doch nicht bei Verstand

Menander, Monostichoi, 447

German (Pape)

[Seite 507] άδος, u. γρομφίς, ίδος, ἡ, Mutterschwein, Sau, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

γρομφάς: -άδος, ἡ, ἢ γρομφίς, ίδος, ἡ, Λατ. scrofa, γουροῦνα, Ἱππῶναξ 48˙ πρβλ. Ἡσύχ. καὶ Σουΐδ. (Πιθαν. ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης ἐξ ἧς καὶ τὸ γράφω (Δωρ. γρόφω), ὀρύττω, πρβλ. Λατ. scrobs).

Spanish (DGE)

-άδος, ἡ cerda vieja Hsch., Gloss.3.18, cf. γρόμφις.

Greek Monolingual

γρομφάς (-άδος) και γρόμφις (-ιος), η (Α)
η γουρούνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Πρόκειται πιθ. για εκφραστικούς μεταρρηματικούς τύπους].