desconocimiento
From LSJ
Βουλόμεθα πλουτεῖν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Ditescere omnes volumus, at non possumus → Wir wollen alle reich sein, doch wir können's nicht
Spanish > Greek
ἀβλεψία, ἀπαιδευσία, ἀγνωστία, ἀνεπιστημοσύνη, ἀήθεια, ἀγνωμοσύνη, ἀγνωσία, ἄγνοια, ἀπειροσύνη, ἀπειρία, τὸ ἀγνοοῦν