ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion
κάμπαγος: ὁ, τὸ Λατ. campagus, εἶδος ὑποδήματος, Ἰω. Λυδ. 134, 22.