ἀπὸ λεπτοῦ μίτου τὸ ζῆν ἤρτηται → life hangs by a thin thread
[Seite 545] ἡ, Seeräuberei, Hesych.
πειρᾱτεία: ἡ, (πειρατεύω) τὸ ἔργον τοῦ πειρατοῦ, ἡ ἐν θαλάσσῃ λῃστεία, Ὠριγέν. παρ’ Εὐστ. ἐν Εὐαγγ. Προπ. 282Β. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 130.