ὑπερπλέω
From LSJ
Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Being rich can even produce a social conscience → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human
German (Pape)
[Seite 1201] (s. πλέω), darüberhinausschiffen, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερπλέω: πλέω ὑπεράνω ἢ πέραν, Θεόδ. Πρόδρ. κατὰ Ῥοδ. κ. Δοσ. 253 (394)· τροπικῶς, Γρηγ. Ναζ. τ. 1, σ. 366C, κλπ.