τετράκι

From LSJ
Revision as of 14:42, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (SL_2)

πενία δ' ἀγνώμονάς γε τοὺς πολλοὺς ποιεῖ → Immemores beneficiorum gignit inopia → Die Armut macht die meisten rücksichtslos und hart

Menander, Monostichoi, 227

English (Slater)

τετράκι, (ς)
   1 four times κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ τετράκις εὐτυχέων (O. 7.81) ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμπολεῖν ἀπορία τελέθει (Er. Schmid: τετράκις codd.) (N. 7.104) νικαφορίαις γὰρ ὅσαις ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησεν Κορίνθου τ' ἐν μυχοῖς, καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν τετράκις (N. 10.42)