ὅτις
From LSJ
ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together
ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together
[Seite 405] ep. u. ion. = ὅστις, w. m. s.
ὅτις: ὅτινα, ὅτινας, Ἐπικ. πτώσεις τοῦ ὅστις.
nom. masc. sg. épq. de ὅστις.
ὀτίς και οὐτίς, -ίδος, ἡ (Α)
βλ. ωτίς.