Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
[Seite 1040] ῆρος, ὁ, = Folgdm, Leon. Tar. 1 (V, 206).
σῡρικτήρ: συρικτής, ἴδε ἐν λ. συριστής.
ὁ, Α
συριστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συρίζω (< σῦριγξ, σύριγγος) + επίθημα -τήρ (πρβλ. σφιγκ-τήρ)].