φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits
[Seite 1002] dor. = ἐπιχαρίτως, mit Vergnügen, gern, Ar. Ach. 832.
ἐπιχαρίττως: ἴδε ἐν λ. ἐπίχαρις.
ἐπιχαρίττως: Βοιωτ. επίρρ. του ἐπίχαρις.