Ἀδώνια
From LSJ
Ὁ θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀδώνια: τά, ὁ θρῆνος ὁ διὰ τὸν Ἄδωνιν τελούμενος κατ’ ἐνιαυτὸν ὑπὸ τῶν Ἑλληνίδων δεσποινῶν, Κρατῖν. ἐν «Βουκόλοις» 2, πρβλ. Ἄδωνις: - Ἐντεῦθεν Ἀδωνιάζουσαι (ὡς εἰ ἐκ ῥήματος Ἀδωνιάζω = ἑορτάζω, τελῶ τὰ Ἀδώνια)· ἐπιγραφὴ τοῦ 15ου εἰδυλλ. τοῦ Θεοκρίτου.
Greek Monotonic
Ἀδώνια: τά, ο θρήνος για τον Άδωνι που τελούνταν ετησίως από Ελληνίδες έγγαμες ηλικιωμένες γυναίκες· απ' όπου Ἀδωνιάζουσαι, αἱ (όπως αν προερχόταν από το Ἀδωνιάζω· εορτάζω, τελώ τα Αδώνια), επιγραφή του 15ου ειδυλλίου του Θεόκρ.