ἐκσφραγίζομαι

From LSJ
Revision as of 22:32, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)

ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ → but deliver us from evil

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκσφρᾱγίζομαι Medium diacritics: ἐκσφραγίζομαι Low diacritics: εκσφραγίζομαι Capitals: ΕΚΣΦΡΑΓΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: eksphragízomai Transliteration B: eksphragizomai Transliteration C: eksfragizomai Beta Code: e)ksfragi/zomai

English (LSJ)

Pass.,

   A to be shut out from, ἐκ γὰρ ἐσφραγισμένοι δόμων καθήμεθ' E.HF53.    II to be sealed, of a contract, BCH35.43 (Delos).

Greek (Liddell-Scott)

ἐκσφρᾱγίζομαι: ἀποκλείομαι, κλείομαι ἔξω, ἐκ γὰρ ἐσφραγισμένοι δόμων μαθήμεθ’ Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 53.

Greek Monolingual

ἐκσφραγίζομαι (Α)
1. αποκλείομαι, κλείνομαι έξω
2. (για συμβόλαιο) είμαι σφραγισμένος
3. καταγράφομαι και επικυρώνομαι.

Greek Monotonic

ἐκσφρᾱγίζομαι: μέλ. Αττ. -ιοῦμαι — Παθ., αποκλείομαι, κλείνομαι έξω από, σε Ευρ.