Κυλλύριοι
From LSJ
ᾗ μήτε χλαῖνα μήτε σισύρα συμφέρει → content neither with cloak nor rug, be never satisfied, can't get no satisfaction, be hard to please
English (LSJ)
οἱ,
A = Κιλλικύριοι (nisi hoc legend.), Hdt.7.155.
Greek (Liddell-Scott)
Κυλλύριοι: οἱ, ἴδε Κιλλικύριοι.