κύκλωθεν

Revision as of 07:26, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (22)

English (LSJ)

late form for κυκλόθεν (q.v.).

German (Pape)

[Seite 1527] = κυκλόθεν, Sp., vgl. Lob. Phryn. 9.

Greek (Liddell-Scott)

κύκλωθεν: κύκλωθι, μεταγενέστερα ἀντὶ κυκλόθεν, κυκλόθι.

Greek Monolingual

κύκλωθεν (Α)
(μτγν. τ.) βλ. κυκλόθεν.
[ΕΤΥΜΟΛ. κύκλω-θεν αντί κυκλό-θεν, πιθ. κατ' επίδρασιν τών ἔσω-θεν, πόρρω-θεν κ.λπ.].