ἀλώπηξ, αἰετοῦ ἅ τ' ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει → a fox, which, by spreading itself out, wards off the eagle's swoop
περιστοιχίζομαι: Μέσ., περικυκλώνω όπως με δίχτυα, λέγεται για στράτευμα που βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας, σε Δημ.