Ἀφροδίσια
From LSJ
Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.
English (LSJ)
[δῑ], τά,
A v. Ἀφροδίσιος.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀφροδίσια: -ων, τά, ἴδε Ἀφροδίσιος.
Greek Monotonic
Ἀφροδίσια: -ων, τά, βλ. Ἀφροδίσιος.
Russian (Dvoretsky)
Ἀφροδίσια: τά праздник в честь Афродиты Xen., Luc.