Νινευίτης

From LSJ
Revision as of 21:00, 2 October 2019 by Spiros (talk | contribs) (c2)

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97

English (Thayer)

R G (so Tr in Νινευίτης (L (so Tr in νινευειτης T WH (SO Tr in εἰ, ἰ and Tdf. Proleg., p. 86; WH's Appendix, p. 154 b), Νινευιτου, ὁ, (Νινευι<, which see), equivalent to Νινιος in Herodotus and Strabo; a Ninevite, an inhabitant of Nineveh: L T Tr WH in 32.

Greek Monolingual

ο (Μ Νινευΐτης) Νινευί
ο κάτοικος της Νινευί.

Chinese

原文音譯:Nineuthj 你扭衣帖士

詞類次數:專有名詞(2)

原文字根:尼尼微人

字義溯源:尼尼微人;源自(Νινευή / Νινευΐ)=尼尼微,亞述國的首都,意為安逸的後裔),而 (Νινευή / Νινευΐ)又出自希伯來文(נִינְוֵה‎)=尼尼微)。主耶穌說,當審判的時候,尼尼微人要起來定這世代的罪( 太12:41; 路11:32)

出現次數:總共(2);太(1);路(1)

譯字彙編

1) 尼尼微人(1) 路11:30;

2) 尼尼微(1) 太12:41