εξωνούμαι

From LSJ
Revision as of 16:30, 8 October 2019 by Spiros (talk | contribs)

Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit

Menander, Monostichoi, 479

Greek Monolingual

(AM ἐξωνοῦμαι, ἐξωνέομαι)
εξαγοράζω, διαφθείρω με χρήματα
αρχ.-μσν.
1. αγοράζω («ἄπελθε καὶ ἐξώνησαι ἄρτους»)
2. εξαγοράζω, απελευθερώνω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + ωνούμαι «αγοράζω»].