сколачивать
Russian > Greek
διαπήγνυμι, καθηλόω, προσηλόω, ἁρμόζω, ἁρμόττω, ἁρμόσδω, σκηνάω, σκηνέω, σκηνόω, συμπήγνυμι, κολλομελέω, συγκαταγομφόω
διαπήγνυμι, καθηλόω, προσηλόω, ἁρμόζω, ἁρμόττω, ἁρμόσδω, σκηνάω, σκηνέω, σκηνόω, συμπήγνυμι, κολλομελέω, συγκαταγομφόω