contrast
From LSJ
Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz
English > Greek (Woodhouse)
subs.
Difference: P. and V. διάφορον, τό, P. διαφορά, ἡ; see difference.
v. trans.
P. and V. ἀντιτιθέναι, P. ἀντιπαρατιθέναι, ἀντιπαραβάλλειν, παρατιθέναι , see compare.