διαφορά
σύ με μαστροπεύσεις πρὸς τὴν πόλιν → so you intend acting the procurer
English (LSJ)
ἡ, (διαφέρω)
A moving hither and thither, πεσσῶν διαφοραί moves, E.Fr.360.9.
2 dislocation, τοῦ ὤμου Heliod. ap. Orib.40.8.4, 49.9 tit.
II difference, Th.3.10 (pl.), etc.; περί τι D.H.Comp.15; θεοῦ πρὸς ἄνθρωπον Plu.2.1075c; διαφορὰν ἔχειν to differ, Men.426.
2 in Logic, the differentia of a species, ἐκ τοῦ γένους καὶ τῶν διαφορῶν τὰ εἴδη Arist.Metaph.1057b7, cf. Top.139a29: hence in plural of species or kinds, Id.Pol.1285a1, 1289a20, Thphr. HP6.4.5; εἴδη καὶ δ. Plu.2.719e; also κατὰ διαφορὰν ποιός Stoic.2.128,al.
III variance, disagreement, Hdt.1.1; δ. ἔχειν τινί E. Med.75: pl., τὰς διαφορὰς διαιρέειν, καταλαμβάνειν, settle the differences, Hdt.4.23,7.9.β; δ. θέσθαι καλῶς And.1.140; διαφοραὶ πρός τινας Pl.Phdr.231b; δ. πρὸς ἀλλήλους περί τινος Lys.25.10; ἐν δ. καταστῆναί τινι Antipho 1.1; δ. φιλοσοφίᾳ καὶ ποιητικῇ Pl.R. 607b.
IV distinction, excellence, Id.Ti.23a; ναυπηγίας Plb.1.51.4.
V advantage, profit, Antipho 2.3.3; πᾶν τὸ πῖπτον εἰς διαφορᾶς λόγον, valuables, Agatharch.102.
VI vote, division, in an assembly, διαφορὰν ποιήσασθαι IG12(2).526a18 (Eresus).
VII delay, PMagd.11.10 (iii B. C.).
VIII διαφορὰ διανοίας = being beside oneself, Dsc. Ther.7.
Spanish (DGE)
-ᾶς, ἡ
• Alolema(s): jón. διαφορή Democr.B 11l, Hdt.1.1, 7.3, Hp.Aër.15.3
I c. idea de mov.
1 movimiento de aquí para allá πεσσῶν ... διαφοραῖς E.Fr.360.9.
2 medic. estremecimiento, sacudida τοῦ πώματος Pl.Lg.648e, διανοίας δ. delirio Dsc.Ther.7
•dislocación τοῦ ὤμου Orib.49.9.4, 49.10 tít.
3 votación (cf. διαφέρω A II 4) τὰν δευτέραν διαφόραν ποήσασθαι, τίνα τρόπον δεύει αὐτὸν ἀποθάνην que se haga una segunda votación que decida de qué modo debe morir, IG 12(2).526a.18 (Ereso IV a.C.).
4 dud. dilación, demora pero tal vez trabas, perturbaciones ὅπως ἂν μὴ ... δ. τῇ καταγωγῇ τοῦ σίτου γίνηται PEnteux.27re.10 (III a.C.).
5 destrucción ἐκ τοῦ κατακλυσμοῦ Bas.Sel.Or.M.85.96C.
II sin mov.
1 diferencia, distinción c. gen. γνώμης Democr.l.c., τῆς μορφῆς Hp.Aër.16, τῶν ἔργων Th.3.10, γένους Thphr.HP 7.4.1, φυτῶν LXX Sap.7.20, τῶν ἐθνῶν Epicur.Ep.[2] 75, ἁπάντων πρὸς ἄλληλα ... ὁμοιότης καὶ δ. Plb.1.4.11, τῶν ἀρετῶν Posidon.181, νόσου Luc.Abd.28, θεοῦ πρὸς ἄνθρωπον δ. diferencia entre el dios y el hombre Plu.2.1075c, cf. Aristox.Harm.7.17, c. dat. διαφοραὶ ... γίνονται τοῖσιν εἴδεσιν Hp.Aër.13, c. giro prep. διαφοραὶ ... περὶ τὰ μήκη D.H.Comp.15.11, μεταξὺ τῶν δύο ὁδῶν Didache 1.1, cf. Mart.Pol.16.1, μὴ διαφορὰν τέκνῳ παρὰ τέκνον ποιήσασθαι en el reparto de una herencia PLond.1727.43 (VI d.C.), c. inf. οὐκ ἔστιν δ. ... σῴζειν LXX 1Ma.3.18, sin rég. μεγίστη δὲ αὕτη δ. Thphr.Ign.3, διαφορὰν ἔχειν haber diferencia, ser diferente Men.Fr.359, διαφορὰς ταύτας τεμεῖν hacer esas distinciones Diog.Oen.33.8.7
•διαφορὰν διδόναι hacer una distinción διαφορὰν διδοὺς τοῦ «Λάζαρος ... κεκοίμηται» καὶ τοῦ «Λάζαρος ἀπέθανεν» Origenes Io.28.9
•diferencia específica τοῦ γένους καὶ τῶν διαφορῶν τὰ εἴδη Arist.Metaph.1057b7, cf. Top.139a29.
2 forma diferente, en plu. variedades αἱ διαφοραὶ ... τῆς πολιτείας ἑκάστης Arist.Pol.1289a20, τέτταρες αὗται βραχείας συλλαβῆς διαφοραί esas cuatro formas diferentes de sílaba breve D.H.Comp.15.6, διαφοραὶ δὲ φθόγγων πλείους Aristid.Quint.10.6, cf. Mnesith.Ath.17.6, Str.2.3.1, Hdn.Sol.304.13
•clase, especie πότερον ἓν τὸ γένος ἐστὶν αὐτῆς (βασιλείας) ἢ πλείους ἔχει διαφοράς Arist.Pol.1285a1, cf. Chrysipp.Stoic.2.128, Plu.2.719e, τῶν μὲν ἀκάνων Thphr.HP 6.4.5, τὰ ἐκ γῆς ... δυσεξαρίθμητα τοῖς γένεσι καὶ ταῖς διαφοραῖς los (productos) de la tierra incontables en géneros y especies Plu.2.667e, en sg. δ. οἰκειότητος clase de parentesco Men.Asp.202.
3 diferencia como desacuerdo, desavenencia, enemistad τὰς διαφορὰς διαιρέειν dirimir las desavenencias Hdt.4.23, cf. 7.9β, δ[ιαφ] ορὰν ... [δια] λῦσαι IG 9(2).1230.2 (Falana II a.C.), cf. 1100.14 (Magnesia II a.C.), τὰμ μὲν ἐνεστακῦιαν πορτ' ἀλλάλονς διαφορὰν ... ἆραι ICr.1.16.3.7 (Lato II a.C.), cf. SEG 29.1130bis.A.9 (Clazómenas II a.C.), ἐν διαφορᾷ καταστῆναι Antipho 1.1, πολέμου καὶ διαφορᾶς αἴτιος Aeschin.2.39, cf. Is.1.9, μητρὶ διαφορὰν ἔχει E.Med.75, παλαιὰ ... δ. φιλοσοφίᾳ τε καὶ ποιητικῇ una antigua enemistad entre la filosofía y la poética Pl.R.607b, πατέρων τε πρὸς αὑτῶν παῖδας Pl.Lg.928d, cf. Phdr.231b, πρὸς τοῦτον Isoc.18.9, cf. Lys.25.10, And.Myst.140, I.AI 15.185, Anon.Decl.Par.26, ἐς τὸν δῆμον Paus.1.25.7, cf. 8.8.11, περὶ γῆς ὅρων Th.1.122, cf. 7.18, Plu.Cam.29, διαφορᾶς τοῖς γαμοῦσι γενομένης Stud.Pal.20.5.27 (II d.C.), ἦν ... πρότερον δ. ἐν τῇ Ἤλιδι ya anteriormente había desacuerdo en Élide X.HG 7.4.15, δέκα ἀνδρῶν ἐπὶ τῆς τῶν διαφορῶν κρίσεως trad. de lat. decemviri stlitibus judicandis, IEphesos 701.7 (I d.C.), μηδεμιᾶς οὔσης διαφορᾶς POxy.3866.1 (VI d.C.)
•más concr. conflicto, guerra Φοίνικας αἰτίους ... τῆς διαφορῆς Hdt.1.1, ἄρξαι ... τῆς διαφορᾶς iniciar el conflicto Th.1.81, τέλος ἐπιθεῖναι τῇ διαφορᾷ Plb.1.62.7
•división, escisión εἰς τοιαύτην διαφορὰν καὶ καχεξίαν ἐνέπεσον Plb.2.41.9.
4 excelencia, superioridad τί καλὸν ἢ μέγα γέγονεν ἢ καί τινα διαφορὰν ἄλλην ἔχον Pl.Ti.23a, τῆς ναυπηγίας Plb.1.51.4, πᾶν ῥᾴ[διο] ν εἰς τ[οὺς ἀ] δελφοὺς σου διαφορὰ[ν ἔ] χεις καὶ ὑπεροχήν en todo aventajas con facilidad a tus hermanos y los superas, SB 7354.9 (II d.C.)
•importancia μεγάλην ἔχειν διαφοράν tener una gran importancia Plb.1.88.3, οὐδεμία δ. οὔκ ἐστιν no es de poca importancia, PAbinn.35.30 (IV d.C.).
5 ventaja, provecho αἰσχύνη μείζων οὖσα τῆς διαφορᾶς en un robo, Antipho 2.3.3, τὸ πῖπτον εἰς διαφορᾶς λόγον Agatharch.102, εἰς διαφορὰν καὶ προτροπὴν τῶν ἐκπαιδευομένων Iust.Phil.1Apol.21.4.
III ret. diáfora repetición de una misma palabra en distintas acepciones, Rutil.1.12.
German (Pape)
[Seite 611] ἡ, 1) Verschiedenheit; ἀ τύχημα κἀδίκημα διαφορὰν ἔχει, = διαφέρει, Men. bei Stob. ecl. phys. 2 p. 341; παρά τι, in Beziehung auf, Dion. Hal. C. V.; dah. Art, Abtheilung, Theophr.; γένη καὶ διαφοραί Plut.; vgl. Arist. top. 1, 8, 3. – 2) Vorzüglichkeit, Auszeichnung, Plat. Tim. 23 a. – Gewöhnl. – 3) Uneinigkeit, Zwist; Her. 7, 9, 2 im plur.; Thuc. 1, 81; Plat. Euthyphr. 7; αἱ πρὸς τοὺς προσήκοντας διαφοραί Phaedr. 231 b; Lycurg. 6 u. A.; διαφορὰ φιλοσοφίᾳ τε καὶ ποιη τικ ῇ Plat. Rep. X, 607 b; διαφορὰν ἔχειν τινί, einen Streit mit Jem. haben, Eur. Med. 75; ἐν διαφορᾷ καταστῆναί τινι, in Streit sein mit, Antiph. 1, 1, von Processen.
French (Bailly abrégé)
ᾶς (ἡ) :
1 différence, diversité : θεοῦ πρὸς ἄνθρωπον PLUT différence de Dieu à l'homme;
2 variété, espèce, au plur. γένη καὶ διαφοραί PLUT, ἰδέαι καὶ διαφοραί PLUT les genres et les espèces;
3 différend, désaccord, contestation : πρός τινα avec qqn ; δ. ἔχειν τινί EUR être en contestation avec qqn.
Étymologie: διαφέρω.
Russian (Dvoretsky)
διαφορά: ἡ
1 различие, разница (τινος πρός τινα и πρός τι Arst., Plut.);
2 различие, неравенство (διαλύειν τὰς διαφορὰς τῶν πολιτῶν Arst.);
3 видовое отличие, видовой признак (δ. εἰδοποιός Arst.);
4 вид, разновидность (αἱ διαφοραὶ καὶ τὰ γένη Arst.; ἰδέαι καὶ διαφοραί Plut.);
5 превосходство, преимущество (καλὸν γενέσθαι καί τινα διαφορὰν ἄλλην ἔχειν Plat.);
6 разногласие, разлад, раздор, спор (πρός τινα Plat., Plut., τινι Eur. и τινι καί τινι Plat.): τὰς διαφορὰς παντὶ μᾶλλον ἢ μάχῃσι καταλαμβάνειν Her. улаживать спор любыми средствами, но не сражениями.
Greek (Liddell-Scott)
διαφορά: Ἰων. -ρή, ἡ, (διαφθείρω) καταστροφή, ἀφανισμός, θάνατος, τῆς πόλεως Θουκ. 8. 86· ἐπὶ διαφθορῇ διέστειλε Ἡρόδ. 4. 164· μέχρι διαφθορᾶς Πλάτ. Μενεξ. 242D· πλ., Σοφ. Ο. Τ. 573, κτλ. 2) καταστροφή, ἀπώλεια, ὀμμάτων διαφθοραὶ αὐτόθι 552· διαφθορὰ μορφῆς Αἰσχύλ. Πρ. 643. 3) ἐπὶ ἠθικῆς ἐννοίας, διαφθορά, ἐξαπάτησις, τῶν νέων Ξεν. Ἀπολ. 19· κριτῶν Ἀριστ. Ρητ. 1. 12, 8. 4) σῆψις τοῦ ἐμβρύου ἐν τῇ μήτρᾳ, Ἱππ. 591. 23. ΙΙ. ἐπὶ παθ. σημασ., ἰχθύσιν διαφθ., λεία, βορὰ τῶν ἰχθύων, ἐπὶ πτώματος, ὡς τὸ ἁρπαγή, Σοφ. Αἴ. 1297· πολεμίοις ὕβρισμα καὶ δ. Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 459.
Greek Monolingual
η (AM διαφορά)
1. ανομοιότητα, διάκριση, παραλλαγή
2. πλεονέκτημα, υπεροχή («εἴ που τι καλὸν ἢ μέγα γέγονεν ἢ καί τινα διαφορὰν ἄλλην ἔχον», Πλάτ. Τίμ.)
3. ωφέλεια, κέρδος, διάφορο («ὅ τε κίνδυνος ἥ τε αἰσχύνη μείζων οὖσα τῆς διαφορᾱς», Αντιφών)
νεοελλ.
1. φρ. «με τη διαφορά ότι» — υπό τον όρο, με την επιφύλαξη
2. τόκος («χρεωστώ... άσπρα χιλιάδες δέκα... και να του τά φέρω έως τσι 20 του Αυγούστου... δίχως άλλη διαφορά», έγγραφο του 1665)
αρχ.-μσν.
έξαλλη κατάσταση, παραφροσύνη, ψυχοπάθεια («διαφορά διανοίας»)
μσν.
1. διάκριση ανάμεσα στη θεία κι ανθρώπινη φύση του Χριστού (βλ. μονοφυσιτισμός, μονοθελητισμός)
2. αντίρρηση («οὐδὲν πρέπει νὰ ἔχει διαφορὰν εἰς τοὺς μάρτυρας», Ασσίζες)
αρχ.
1. κίνηση εδώ κι εκεί («πεσσῶν διαφοραί», Ευρ. Αποσπάσματα)
2. εξάρθρωση, εκτοπισμός
3. ψηφοφορία σε συνέλευση («διαφορὰν ποιήσασθαι», επιγραφή)
4. καθυστέρηση, αναβολή («ὅπως μὴ διαφορὰ τῆς καταγωγῆς τοῦ σίτου γένηται», πάπυρος)
5. καταστροφή, όλεθρος, αφανισμός («τὴν ἐκ τοῦ κατακλυσμοῦ διαφορὰν ἐνίκησεν ἂν ἡ τοῦ λόγου φορά», Βασίλειος Σελευκείας, Λόγοι)
6. φρ. «ἐν διαφορᾷ καταστῆναί τινι» — έρχομαι σε δίκη, φιλονικία.
Greek Monotonic
διαφορά: ἡ (διαφέρω),
I. διαφορά, διάκριση, ανομοιότητα, σε Θουκ.
II. διάσταση, διαφωνία, διένεξη, φιλονικία, σε Ηρόδ., Ευρ.
Middle Liddell
διαφορά, ἡ, n διαφέρω
I. difference, distinction, Thuc.
II. variance, disagreement, Hdt., Eur.
English (Woodhouse)
difference, disagreement, quarrel, strife, strained relations
Translations
difference
Albanian: ndryshim; Arabic: فَرْق, اِخْتِلَاف, تَفَاوُت; Hijazi Arabic: فرق, اختلاف; Moroccan Arabic: فْرق; Armenian: տարբերություն; Azerbaijani: fərq, təfavüt; Baluchi: پرک, فرق; Bashkir: айырма; Belarusian: розніца; Bengali: পার্থক্য, তফাত; Bulgarian: разлика, различност; Burmese: ခြားနားချက်; Catalan: diferència; Cebuano: kalahian; Chinese Mandarin: 差別, 差别, 差異, 差异; Crimean Tatar: farq, ayırma; Czech: rozdíl; Danish: forskel; Dutch: verschil; Esperanto: malsameco, diferenco, malsamo; Estonian: erinevus; Ewe: vovototo; Faroese: munur; Finnish: erilaisuus; French: différence; Galician: diferenza; Georgian: განსხვავებულობა; German: Unterschied, Unterscheidung, Andersartigkeit, Anderssein; Gothic: 𐌲𐌰𐍃𐌺𐌰𐌹𐌳𐌴𐌹𐌽𐍃; Greek: διαφορά; Ancient Greek: διαφορά; Hebrew: שוני, הבדל; Hindi: फ़र्क़, अंतर, भेद, प्रभेद, इख्तिलाफ; Hungarian: különbség; Icelandic: munur; Ido: difero; Indonesian: perbedaan; Irish: difear; Italian: differenza; Japanese: 違い, 差異; Kazakh: айырма, айырмашылық; Khmer: ត្រកាល, ចំឡែក, ប្លែក, ពិសេស, វិសេស, អញ្ញត្រ; Kurdish Central Kurdish: جیاوازی; Kyrgyz: айырма; Lao: ຄວາມແຕກຕ່າງ; Latin: differentia; Latvian: atšķirība, starpība; Lithuanian: skirtumas; Luxembourgish: Ënnerscheed; Macedonian: различност; Malay: beza; Malayalam: വ്യത്യാസം; Middle English: difference; Mongolian: ялгаа; Nepali: फरक, अन्तर; Norwegian: forskjell, skilnad, differanse; Occitan: diferéncia; Old English: unġelīcnes; Old Javanese: bheda; Oriya: ପ୍ରଭେଦ; Pashto: پرخ, اختلاف, تفاوت; Persian: فرق, تفاوت, اختلاف; Polish: różnica; Portuguese: diferença; Romanian: diferență; Russian: различие, отличие, разница; Samoan: 'ese'esega; Scottish Gaelic: caochladh, diofar, eadar-dhealachadh; Serbo-Croatian Cyrillic: разлика; Roman: rázlika; Slovak: rozdiel; Slovene: različnost; Spanish: diferencia; Swahili: tofauti; Swedish: avvikelse, differens, skillnad, olikhet; Tabasaran: тафавут; Tajik: фарқ, тафовут, ихтилоф; Tamil: வித்தியாசம்; Telugu: భేదము; Thai: ความต่าง; Turkish: fark, ayrım; Turkmen: parh, tapawut; Ukrainian: різниця; Urdu: فرق, انتر; Uyghur: ئايرىما, پەرق; Uzbek: tafovut, farq, ayirma, ixtilof; Vietnamese: sự khác nhau; Walloon: diferince; Yiddish: אונטערשייד; Yucatec Maya: hela'anil; Zazaki: entar, ferq, ca
destruction
Arabic: تَدْمِير, هَدْم, تَلَف; Belarusian: руйнаванне, разбурэнне, знішчэнне; Bulgarian: разрушение, унищожение; Catalan: destrucció; Chinese Mandarin: 毀滅, 毁灭, 破壞, 破坏; Czech: destrukce, zničení; Danish: ødelæggelse; Dutch: vernietiging; Esperanto: detruo; Finnish: tuhoaminen, hävitys, hävittäminen; French: destruction; Galician: destrución; Georgian: განადგურება; German: Zerstörung, Vernichtung; Gothic: 𐍆𐍂𐌰𐌻𐌿𐍃𐍄𐍃, 𐌵𐌹𐍃𐍄𐌴𐌹𐌽𐍃; Greek: καταστροφή, συντριβή, αφανισμός, χαλασμός, κατεδάφιση, κατάλυση; Ancient Greek: ἅλωσις, ἀμαύρωσις, ἀναίρεσις, ἀναστασία, ἀνάστασις, ἀναστάτωσις, ἀπόλειψις, ἀποτυμπανισμός, ἀποφθορά, ἀποφθορή, ἀπώλεια, ἄρσις, ἀφάνεια, ἀφανία, ἀφάνισις, ἀφανισμός, δανοτής, δαπάνη, δῄωσις, διακοπή, διάλυσις, διασκέδασις, διαφθορά, διαφθορή, διαφορά, εἴσπτωσις, ἐκρίζωσις, ἐκτριβή, ἔκτριψις, ἐξάλειψις, ἔξαρσις, ἐξαφάνισις, ἐξαφανισμός, ἐξολέθρευμα, ἐξολέθρευσις, ἐξώλεια, ἐπαναίρεσις, ἔπαρσις, ἐπιτριβή, ἐρήμωσις, θραῦμα, θραῦσις, καθαίρεσις, κατακονή, κατακονά, κατάλυσις, καταστροφή, καταφθορά, κοπή, λοιγός, ὀλέθρευσις, ὄλεθρος, σύντριψις, τὸ δαπανητικόν, φθαρσία, φθορά, φθορή, φθόρος; Hausa: ɓarna; Hebrew: הריסה, הרס, הַשְׁמָדָה, חֻרְבָּן; Hindi: नाश, विनाश; Icelandic: eyðilegging; Irish: loitiméireacht, líomhadh, eirleach, urbhaidh, argain; Italian: distruzione; Japanese: 破壊, 破棄, 湮滅; Korean: 파괴(破壞), 멸망(滅亡); Kurdish Central Kurdish: ناھێشتن, وێرانی; Latin: exitium, clades; Macedonian: уништување; Malayalam: സംഹാരം, നശിപ്പിക്കൽ; Maori: whakangaromanga, whakamōtītanga, turakanga; Norwegian Bokmål: ødeleggelse; Pali: atipāta; Persian: تخریب; Polish: niszczenie, zniszczenie, destrukcja; Portuguese: destruição; Romanian: distrugere; Russian: разрушение, уничтожение; Sanskrit: नाश, विनाश, भङ्ग, संहार, निधन, ध्वंस, विभङ्ग, विध्वंश, विघटन; Scottish Gaelic: milleadh; Serbo-Croatian Cyrillic: уништење; Roman: uništénje; Slovak: zničenie; Slovene: uničenje; Sorbian Lower Sorbian: pótopjenje, wopusćenje; Spanish: destrucción; Swahili: uharibifu; Swedish: förstörelse, ödeläggelse; Tajik: тахриб; Tocharian B: nkelñe; Turkish: izmihlal, harap etme, tahribat, yıkma, yok etme; Ugaritic: 𐎕𐎎𐎚; Ukrainian: руйнування, знищення; Welsh: aball; Yiddish: אומקום
voting
Afrikaans: stemming; Arabic: تَصْوِيت; Azerbaijani: səsvermə; Belarusian: галасаванне; Bengali: ইন্তেখাব; Bulgarian: гласуване; Catalan: votació; Chinese Mandarin: 投票; Czech: hlasování; Finnish: äänestys, äänestäminen; French: votation; Galician: votación; Georgian: ხმის მიცემა; German: Abstimmung; Greek: ψήφιση; Ancient Greek: διαφορά, διαψήφισις, διαψηφισμός, ἐπιχειροτονία, χειροτονία, ψάφιξξις, ψαφοφορία, ψήφισις, ψηφοφορία; Italian: votazione; Japanese: 投票; Korean: 투표; Macedonian: гласање; Navajo: iʼiiʼnííł; Norman: vot'tie; Polish: głosowanie; Portuguese: votação; Russian: голосование; Serbo-Croatian Cyrillic: гла̀са̄ње; Roman: glàsānje; Slovak: hlasovanie; Slovene: glasovanje; Spanish: votación; Swahili: upigaji kura; Ukrainian: голосування
dislocation
Bulgarian: изкълчване, навяхване; Chinese Mandarin: 脫位/脱位, 脫臼/脱臼; Czech: vykloubení; Finnish: sijoiltaanmeno; French: luxation; Galician: luxación; German: Verrenkung, Luxation; Greek: εξάρθρωση; Ancient Greek: ἀνάπλευσις, ἀποπάλησις, διακίνημα, διάστρεμμα, διαστροφή, διαφορά, διαφορή, ἔγκλισις, ἐκβολή, ἔκκλισις, ἐκπαλεία, ἐκπάλησις, ἐκπόρπισις, ἔκπτωμα, ἔκπτωσις, ἐκστροφή, ἔξαλσις, ἐξάρθρημα, ἐξάρθρησις, ἔξαρθρον, ἐξάρθρωμα, ἐξάρθρωσις, ἐξηρθρηκός, ἔξωσις, ἐπιστροφίς, μετακίνησις, μετάστασις, ὀλίσθημα, ὀλίσθησις, παράρθρημα, παράρθρησις, παρεναλλαγή, προπήδησις, στρέμμα, τὸ ἐξηρθρηκός, χάλασμα; Hungarian: ficam, kificamodás, kificamítás; Japanese: 脱臼, 断層; Latin: luxus; Macedonian: исколчување; Portuguese: deslocamento, deslocação, luxação; Russian: вывих; Spanish: luxación, dislocación; Swedish: urledvridning, dislokation, luxation; Tagalog: pagkapiang
excellence
Afrikaans: uitmuntendheid, voortreflikheid; Armenian: գերազանցություն; Bikol Central: bansay; Bulgarian: превъзходство; Catalan: excel·lència; Chinese Mandarin: 卓越; Choctaw: achukma; Czech: výtečnost; Dutch: uitmuntendheid, voortreffelijkheid, excellentie; Esperanto: brileco, bonegeco; French: excellence; Galician: excelencia, prominencia; German: Vortrefflichkeit; Greek: αριστεία, υπεροχή; Ancient Greek: ἀκρότης, ἀνδρεία, ἀξίωσις, ἀρειότης, ἀρετά, ἀρετή, ἀριστεία, ἀριστείη, ἄχνη, διαφορά, δοκιμότης, ἐκπρέπεια, ἐμπρέπεια, ἐνδοξότης, κορυφαιότης, τὸ χρήσιμον, ὑπεροχή; Hindi: कमाल; Irish: feabhas; Italian: eccellenza; Japanese: 優秀さ; Latin: excellentia; Latvian: izcilība; Macedonian: извонредност, превосходство; Malayalam: മികവ്, മേന്മ; Maori: panekiretanga, hiranga, huhuatanga; Occitan: excelléncia; Polish: świetność; Portuguese: excelência; Russian: превосходство; Spanish: excelencia, prestancia; Tamil: சிறப்பு, மேன்மை; Tocharian B: śpālmäññe
superiority
Azerbaijani: üstünlük; Belarusian: перавага, старшынства, старшынство; Bulgarian: превъзходство; Catalan: superioritat; Chinese Mandarin: 優勢, 优势, 優越, 优越; Czech: převaha, nadřazenost; Esperanto: supereco; Finnish: paremmuus, etevämmyys; French: supériorité; Galician: superioridade; Georgian: უპირატესობა; German: Überlegenheit; Greek: ανωτερότητα, υπεροχή; Ancient Greek: βελτιότης, διαφορά, ἐκπρέπεια, ἐπικράτεια, ἐπικράτησις, περισσεία, περισσότης, πλεονέκτημα, πλεονεξία, πλεονεξίη, προτέρημα, προτέρησις, ὑπέρβλημα, ὑπερβολή, ὑπεροχή, ὑπερτερία, ὑπερφέρεια; Hungarian: fölény, felsőbbrendűség; Ido: supereso; Irish: ardchéimíocht; Old Irish: prímdacht; Italian: superiorità; Japanese: 高貴, 上級, 高級, 優位; Latin: superioritas; Latvian: pārākums; Manx: mainshtyraght, shareid, fareid, ard-chioneys, laue an eaghtyr; Maori: hiranga; Norwegian Bokmål: overlegenhet; Polish: wyższość, przewaga; Portuguese: superioridade; Romanian: superioritate; Russian: превосходство, старшинство; Slovak: prevaha, nadradenosť; Spanish: superioridad; Swedish: överlägsenhet; Tocharian B: pruccamñe; Turkish: üstünlük, rüçhan, faikiyet; Ukrainian: перевага, вищість, старшинство