ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
subs.
Ar. and P. ἐμπορία, ἡ.
Money-making: P. χρηματισμός, ὁ.
Engage in commerce: P. ἐμπορεύεσθαι.
Make money: P. χρηματίζεσθαι.