ὕπνος δεινὸν ἀνθρώποις κακόν → sleep is a terrible evil for humans (Menander, Sententiae monostichoi 1.523)
v. trans.
P. and V. κακῶς ποιεῖν, κακῶς δρᾶν, αἰκίζεσθαι, ὑβρίζειν, λυμαίνεσθαι (acc. or dat.), λωβᾶσθαι (Plat.), κακουργεῖν. κακοῦν, P. παρανομεῖν εἰς (acc.).