συμμαρτυρία

Revision as of 12:36, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

English (LSJ)

ἡ,

   A configuration of planets, Vett. Val.49.26.

Greek Monolingual

ἡ, Α συμμάρτυρος
αστρον. η σχετική θέση τών πλανητών.

Greek Monolingual

ἡ, Α συμμάρτυρος
αστρον. η σχετική θέση τών πλανητών.