μεταστατέον
From LSJ
οὐχὶ σοῦσθ'; οὐκ ἐς κόρακας; οὐκ ἄπιτε; παῖε τῷ ξύλῳ → You will not go? The plague seize you! Will you not clear off? Hit them with your stick!
οὐχὶ σοῦσθ'; οὐκ ἐς κόρακας; οὐκ ἄπιτε; παῖε τῷ ξύλῳ → You will not go? The plague seize you! Will you not clear off? Hit them with your stick!
Full diacritics: μεταστᾰτέον | Medium diacritics: μεταστατέον | Low diacritics: μεταστατέον | Capitals: ΜΕΤΑΣΤΑΤΕΟΝ |
Transliteration A: metastatéon | Transliteration B: metastateon | Transliteration C: metastateon | Beta Code: metastate/on |
A one must alter, Isoc. 5.132.
μεταστᾰτέον: ῥηματ. ἐπίθ., τοῦ μεθίστημι, δεῖ μεθιστάναι, Ἰσοκρ. 109Β.
μεταστᾰτέον: ρημ. επίθ., αυτός που πρέπει να τροποποιηθεί, σε Ισοκρ.
μεταστᾰτέον: adj. verb. к μεθίστημι.