ἀνδριαντοποιία
From LSJ
Ὕπνος δεινὸν ἀνθρώποις κακόν → Sleep is a terrible evil for humans → Magnum est malum somniculose vivere → Furchtbar setzt er Schlaf den Menschen zu
Greek (Liddell-Scott)
ἀνδριαντοποιία: ἡ, ἡ τέχνη τοῦ ἀνδριαντοποιοῦ, Πλάτ. Γοργ. 450 C, Ξεν. Ἀπομ. 1. 4, 3.