συναιγλία
From LSJ
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur
Full diacritics: συναιγλία | Medium diacritics: συναιγλία | Low diacritics: συναιγλία | Capitals: ΣΥΝΑΙΓΛΙΑ |
Transliteration A: synaiglía | Transliteration B: synaiglia | Transliteration C: synaiglia | Beta Code: sunaigli/a |
A v. συναικλία. συναΐδιος· συνυπάρχων, Hsch.
ἡ, Α
(λακων. τ.) βλ. συναικλία.
ἡ, Α
(λακων. τ.) βλ. συναικλία.