φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
P. καρτερία, ἡ, καρτέρησις, ἡ.
obstinacy: P. αὐθάδεια, ἡ, Ar. and V. αὐθαδία, ἡ.