διασαικωνίζω
From LSJ
Βουλῆς γὰρ ὀρθῆς οὐδὲν ἀσφαλέστερον → Nam tutior res nulla consilio bono → Denn nichts führt weniger irre als ein guter Rat
English (LSJ)
A v. διασαλακωνίζω.
Spanish (DGE)
glos. a σαικωνίσαι Hsch.
Russian (Dvoretsky)
διασαικωνίζω: Arph. v. l. = διασαλακωνίζω.