προβαταία

From LSJ
Revision as of 12:21, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (34)

τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προβᾰταία Medium diacritics: προβαταία Low diacritics: προβαταία Capitals: ΠΡΟΒΑΤΑΙΑ
Transliteration A: probataía Transliteration B: probataia Transliteration C: provataia Beta Code: probatai/a

English (LSJ)

ἡ,

   A = ὠκιμοειδές, Ps.-Dsc.4.28.

Greek (Liddell-Scott)

προβᾰταία: ἡ, ἕτερον ὄνομα τοῦ φυτοῦ ὠκιμοειδές, Διοσκ. (ἐκ τῶν νόθων) 4. 28.

Greek Monolingual

ἡ, Α
το φυτό ωκιμοειδές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόβατον + κατάλ. -αία (πρβλ. δαφν-αία)].