ἀποπληρωματικός
From LSJ
πολλὰ δ' ἄναντα κάταντα πάραντά τε δόχμιά τ' ἦλθον → and ever upward, downward, sideward, and aslant they went
English (LSJ)
ή, όν,
A = -ωτικός, δύναμις Iamb.Myst.3.10.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
henchidor, fecundante, δύναμις ... ζωογόνος καὶ ἀ. del entusiasmo en los misterios de la Madre de los Dioses, Iambl.Myst.3.10.