Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστοςἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
Menander, Monostichoi, 501
Greek Monolingual
ο (κυρίως στη φρ.) «κυρ Μέντιος» — ονομασία του γαϊδάρου. [ΕΤΥΜΟΛ.<Μένδιος ὄνος από τη μακεδονική πόληΜένδη, που τα νομίσματά της είχαν αποτυπωμένη κεφαλή όνου].