Μέντιος

From LSJ

τὸ λακωνίζειν πολὺ μᾶλλόν ἐστιν φιλοσοφεῖν ἢ φιλογυμναστεῖν → to behave like a Lacedaemonian is much more to love wisdom than to love gymnastics (Plato, Protagoras 342e6)

Source

Greek Monolingual

ο
(κυρίως στη φρ.) «κυρ Μέντιος» — ονομασία του γαϊδάρου.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Μένδιος ὄνος από τη μακεδονική πόλη Μένδη, που τα νομίσματά της είχαν αποτυπωμένη κεφαλή όνου].