ακετόνη

From LSJ
Revision as of 10:30, 23 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection

Porphyry, Sententiae, 25

Greek Monolingual

η Χημ.
λέγεται και διμεθυλοκετόνη ή 2-προπανόνη ή και οξόνη, το γνωστό ασετόν.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. acetone < acet- (πρβλ. ακετ-) + -one (< ελλ. πατρωνυμική κατάληξη -ώνη), πρβλ. -όνη].