αισθησιαρχία

From LSJ
Revision as of 06:22, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (2)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

τὸ δανείζεσθαι τῆς ἐσχάτης ἀφροσύνης καὶ μαλακίας ἐστίν → being in debt is a mark of extreme folly and moral weakness (Plutarch, On Avoiding Debt 829F3)

Source

Greek Monolingual

η
η αισθησιοκρατία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Όρος της φιλοσοφίας που πλάστηκε από τον Γρατσιάτο για να αποδώσει στα Ελληνικά το sensualismus < λατ. sensualis, «ο αναφερόμενος στις αισθήσεις, αισθητικός» < sensus «αίσθηση» — ο όρος έχει αποδοθεί επίσης και ως αισθησιοκρατία, αισθησιολογία, αισθητισμός, αισθητοφροσύνη].