αμπελάνθη

From LSJ
Revision as of 10:30, 23 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → Silere non est turpe, sed frustra loqui → nicht Schweigen schändet, sondern Schwätzen auf gut Glück

Menander, Monostichoi, 417

Greek Monolingual

ἀμπελάνθη, η (Α)
το άνθος της αμπέλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμπέλι + ἄνθη (η)
πρβλ. οἰνάνθη, μηλάνθη, κ.ά.].