δυσανάγνωστος

From LSJ
Revision as of 19:30, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δυσ<ανά>γνωστος Medium diacritics: δυσανάγνωστος Low diacritics: δυσανάγνωστος Capitals: ΔΥΣΑΝΑΓΝΩΣΤΟΣ
Transliteration A: dysanágnōstos Transliteration B: dysanagnōstos Transliteration C: dysanagnostos Beta Code: dusana/gnwstos

English (LSJ)

ον,    A hard to read, prob. for δύσγνωστος, Plb.3.32.1.

Spanish (DGE)

-ον
difícil de leer la obra del propio Polibio, por su extensión, Plb.3.32.1.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM δυσανάγνωστος, -ον)
(για τον γραφικό χαρακτήρα ή για κείμενο) αυτός που προκαλεί δυσχέρειες στον αναγνώστη, που διαβάζεται δύσκολα.