Ἡρακλεῖδαι
From LSJ
Φιλοσοφίαν δὲ τὴν μὲν κατὰ φύσιν, ὦ Βασιλεῦ, ἐπαίνει καὶ ἀσπάζου, τὴν δέ θεοκλυτεῖν φάσκουσαν παραίτου. → Praise and revere, O King, the philosophy that accords with nature, and avoid that which pretends to invoke the gods. (Philostratus, Ap. 5.37)
English (LSJ)
οἱ, A the Heraclidae or descendants of Heracles, Hdt.1.7, etc.; title of play by Euripides.
Greek (Liddell-Scott)
Ἡρακλεῖδαι: οἱ, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἡρακλέους, Ἡρόδ. 1. 7, 13, κ. ἀλλ.
Greek Monotonic
Ἡρακλεῖδαι: οἱ, οι Ηρακλείδες, οι απόγονοι του Ηρακλή, σε Ηρόδ.