συναναμιμνῄσκω
From LSJ
τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)
French (Bailly abrégé)
rappeler en même temps : τινί τινος qch au souvenir de qqn.
Étymologie: σύν, ἀναμιμνῄσκω.
Russian (Dvoretsky)
συναναμιμνῄσκω: приводить на память, напоминать (τινί τινος Plut.): συναναμνησθείς τινί τι Plat. вспомнив вместе с кем-л. что-л.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συν-αναμιμνῄσκω zich samen in herinnering roepen.