πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς → before the rooster crows three times (Matthew 26:75)
-η, -ο (Α λεπτόχειλος, -ον)αυτός που έχει λεπτά χείλη.[ΕΤΥΜΟΛ. < λεπτ(ο)- + -χείλος (< χεῖλος)].