βαρυουλκόν
From LSJ
τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts
Spanish (DGE)
-οῦ, τό
• Morfología: [-ολκός, ὁ Tz.H.11.601]
cabria ideada por Arquímedes para levantar pesos, Olymp.in Alc.191, Tz.H.2.158, l.c., 12.971.