ἀγαπητρίς

From LSJ
Revision as of 11:44, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_1)

Ἡ δὲ παράκαιρος ἡδονὴ τίκτει βλάβην → Tempestiva aliqua ni voluptas sit, nocet → Die Lust zur falschen Zeit gebiert nur Schadensfrust

Menander, Monostichoi, 217

Greek (Liddell-Scott)

ἀγαπητρίς: -ίδος, ἡ, = ἀγαπητή, συνείσακτος, γυνὴ συνοικοῦσα κληρικῷ, Βασίλ. Β, 813D.

Spanish (DGE)

-ίδος
pupilaref. las vírgenes συνείσακτοι Basil.M.30.813C, v. ἀγαπητός I 3.