τὸ ἐμόν γ' ἐμοὶ λέγεις ὄναρ → you are telling me what I know already, you are telling me my own dream
μοιχοφθόρος, -ον (Μ)μοιχοκτόνος.[ΕΤΥΜΟΛ. < μοιχός + -φθόρος (< φθείρω), πρβλ. ψυχο-φθόρος.