επαινοθήρας

From LSJ
Revision as of 08:50, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Οὐδεὶς ἀνίας χρήματα δοὺς ἐπαύσατο → Nullum e maerore exemit data pecunia → Mit Geld hat keiner noch beendet eine Qual

Menander, Monostichoi, 439

Greek Monolingual

ο
αυτός που επιδιώκει επαίνους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < έπαινος + -θήρας (< θήρα «κυνήγι», πρβλ. θεσι-θήρας, προικο-θήρας)].