Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κατωκλινώς

From LSJ
Revision as of 13:30, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us

Apollonius of Rhodes, Argonautica, 3.1129f.

Greek Monolingual

κατωκλινῶς (Μ)
επίρρ. με κλίση προς τα κάτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάτω + -κλινῶς (< -κλινής < κλίνω), πρβλ. επι-κλινώς, ισο-κλινώς].