Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
κατωκλινῶς (Μ)
επίρρ. με κλίση προς τα κάτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάτω + -κλινῶς (< -κλινής < κλίνω), πρβλ. επικλινώς, ισοκλινώς].