Ἀλλ' Ἀχέροντι νυμφεύσω → I will become the bride of Acheron
κυμβαλῑτις, -ίτιδος, ἡ (Α)το φυτό κοτυληδών.[ΕΤΥΜΟΛ. < κύμβαλον + κατάλ. -ίτις (πρβλ. ηπατ-ίτις, ριν-ίτις)].