ταλαιπώρησις
From LSJ
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
English (LSJ)
εως, ἡ, A = ταλαιπωρία, Arr.An. 6.26.1.
Greek (Liddell-Scott)
τᾰλαιπώρησις: -εως, ἡ, = ταλαιπωρία, Ἀρρ. Ἀν. 6. 26.
Greek Monolingual
-ήσεως, ἡ, Α ταλαιπωρῶ
ταλαιπωρία.