ἀναζώωσις
From LSJ
Τὸν αὐτὸν αἰνεῖν καὶ ψέγειν ἀνδρὸς κακοῦ → Hominis mali est culpare, quem laudaverit → Den selben lobt und tadelt nur ein schlechter Mann
English (LSJ)
εως, ἡ, recalling to life, Eustr. in EN71.25, Sch.E.Or.288.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναζώωσις: -εως, ἡ, ἡ ἀναζωοποίησις, Θεοφύλ. 2, σ. 379.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
vuelta a la vida Eustr.in EN 71.25, Sch.E.Or.288.
Greek Monolingual
ἀναζώωσις (-εως), η (Μ) ἀναζωῶ
επαναφορά στη ζωή, αναζωογόνηση, ξαναζωντάνεμα.