Νόμων ἔχεσθαι (Νόμοις ἕπεσθαι) πάντα δεῖ τὸν σώφρονα → Legibus haerere sapiens debet firmiter → Dem Klugen ist Gesetzestreue stete Pflicht
Menander, Monostichoi, 380French (Bailly abrégé)
adv.
dans l'abondance (vivre).
Étymologie: δαψιλής.
Russian (Dvoretsky)
δαψῐλῶς: Theocr. δαψῐλέως обильно, в изобилии (ζῆν Xen.; χρῆσθαι Arst.; μᾶλα κυλίνδειν τινί Theocr.; παρέχειν πάντα Diod.).